Τα τελευταία χρόνια, τα νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δει το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος να αυξάνεται, ενώ αναμένεται να υπάρξουν περαιτέρω ανατιμήσεις. Κύρια αιτία, σύμφωνα με νέα έκθεση της Wood MacKenzie, είναι το γεγονός ότι το κόστος για την κατασκευή νέων σταθμών παραγωγής, γραμμών μεταφοράς και εξοπλισμού που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση μεγάλων καταναλωτών, όπως data centers και βιομηχανικές μονάδες, αναμένεται να κατανεμηθεί σε όλους τους χρήστες ηλεκτρικής ενέργειας.
Η έκθεση εξετάζει 20 περιπτώσεις μεγάλων καταναλωτών ενέργειας και διαπιστώνει ότι, σχεδόν σε όλες, τα ποσά που καταβάλλονται από αυτούς δεν επαρκούν για να καλύψουν το συνολικό κόστος του απαραίτητου εξοπλισμού. Το υπόλοιπο κόστος επιβαρύνει είτε τους υπόλοιπους καταναλωτές είτε τις ίδιες τις εταιρείες, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της Wood MacKenzie. Όπως επισημαίνει ο Ben Hertz-Shargel, επικεφαλής του τομέα grid edge research στην εταιρεία, οι εταιρείες καλούνται είτε να μεταφέρουν το κόστος στους υπόλοιπους πελάτες, είτε να το απορροφήσουν, επηρεάζοντας έτσι τα αποτελέσματα και τους μετόχους τους.
Το ζήτημα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια λόγω της κατασκευής μεγάλων data centers για υπηρεσίες τεχνητής νοημοσύνης, της ίδρυσης νέων εργοστασίων και της διάδοσης των ηλεκτρικών οχημάτων και συστημάτων ηλεκτρικής θέρμανσης και ψύξης. Σε ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ, η αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται ότι θα φθάσει το 15% μέσα στην επόμενη τετραετία, μετά από μακρά περίοδο στασιμότητας.
Η ταχεία εξάπλωση των data centers έχει δημιουργήσει σημαντική πίεση στις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα επενδύονται μεγάλα ποσά για την αναβάθμιση των δικτύων και την ενίσχυσή τους απέναντι σε φυσικές καταστροφές και ακραία καιρικά φαινόμενα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Οι επενδύσεις αυτές, σύμφωνα με την έκθεση, αποτελούν βασικό παράγοντα αύξησης των τιμολογίων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Energy Information Administration, ένα τυπικό αμερικανικό νοικοκυριό με κατανάλωση 1.000 κιλοβατώρων τον μήνα πλήρωνε, κατά μέσο όρο, 164 δολάρια τον Φεβρουάριο, ποσό αυξημένο κατά 30 δολάρια σε σχέση με πριν από πέντε χρόνια.
Η Dominion Energy, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να επενδύσει περισσότερα για νέες υποδομές από όσα θα εισπράξει από πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας σε data centers και άλλους μεγάλους καταναλωτές. Στη Βιρτζίνια, όπου δραστηριοποιείται η εταιρεία, ο αριθμός των data centers είναι ο μεγαλύτερος σε εθνικό επίπεδο. Σε σχετική ανακοίνωση, η Dominion υπογράμμισε ότι έχει καταθέσει πρόταση προς τις ρυθμιστικές αρχές ώστε οι μεγάλοι καταναλωτές να καλύπτουν αναλογικά το κόστος που δημιουργούν.
Παράλληλα, ανάλυση των αρχών της Βιρτζίνια για το 2024 διαπιστώνει ότι μέχρι σήμερα τα data centers καλύπτουν το σύνολο του κόστους για τις υπηρεσίες που λαμβάνουν. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι η περαιτέρω αύξηση των μεγάλων καταναλωτών μπορεί να οδηγήσει σε ανατιμήσεις για όλους, εάν δεν υπάρξουν θεσμικές αλλαγές για την προστασία των μικρών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Σύμφωνα με την Wood MacKenzie, ορισμένες αμερικανικές πολιτείες έχουν ήδη υιοθετήσει μέτρα για τον περιορισμό των επιπτώσεων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Τέξας, όπου οι καταναλωτές μπορούν να επιλέξουν πάροχο ενέργειας ανεξάρτητα από την εταιρεία που διαχειρίζεται το δίκτυο. Με αυτό τον τρόπο, τα νοικοκυριά προστατεύονται από το να επιβαρύνονται για επενδύσεις στο δίκτυο που εξυπηρετούν κυρίως μεγάλους πελάτες.
Επιπλέον, αρκετές εταιρείες προσφέρουν προγράμματα που επιτρέπουν σε μεγάλους καταναλωτές να αγοράζουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, όπως φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα. Τέτοια σχήματα θα μπορούσαν να προσαρμοστούν ώστε το κόστος νέων έργων να καλύπτεται κυρίως από τους ίδιους τους μεγάλους καταναλωτές.
Παρά τις υφιστάμενες πολιτικές, η Wood MacKenzie εκτιμά ότι δεν παρέχεται απόλυτη προστασία για τους υπόλοιπους καταναλωτές και τους μετόχους των εταιρειών. Σύμφωνα με τον κ. Hertz-Shargel, η πλήρης προστασία διασφαλίζεται μόνο εάν το κόστος των νέων υποδομών που σχετίζονται με τα data centers αφαιρεθεί από τα οικονομικά των εταιρειών ηλεκτρισμού, για παράδειγμα μέσω της δυνατότητας απευθείας συμβάσεων με τρίτους παρόχους ενέργειας και ειδικών τιμολογίων καθαρής μετάβασης.