Υπό την πίεση οργανωμένης κινητοποίησης από ευρωπαϊκές επιχειρήσεις –μεταξύ αυτών και εταιρειών τηλεπικοινωνιών– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την έναρξη δημόσιας διαβούλευσης για την αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τις συγχωνεύσεις, τις εξαγορές και την πολιτική ανταγωνισμού. Η διαβούλευση θα διαρκέσει έως τις 3 Σεπτεμβρίου, χρονικό διάστημα που θεωρείται ιδιαίτερα σύντομο για τα δεδομένα των ευρωπαϊκών θεσμών, οι οποίοι συνήθως λειτουργούν με πολύ πιο αργούς ρυθμούς. Η πρωτοβουλία αντανακλά την ανάγκη για ευελιξία και ταχύτερη ανταπόκριση σε συνθήκες έντονης οικονομικής και τεχνολογικής μεταβολής.
Η Κομισιόν διευκρίνισε ότι η διαδικασία επανεξέτασης θα επικεντρωθεί σε ζητήματα όπως η καινοτομία, η αποδοτικότητα, η ανθεκτικότητα, οι χρονικοί ορίζοντες και η ένταση των επενδύσεων στον ανταγωνισμό σε στρατηγικούς τομείς, η βιωσιμότητα, το μεταβαλλόμενο περιβάλλον άμυνας και ασφάλειας και άλλες σημαντικές μεταβατικές ανάγκες που χαρακτηρίζουν την εποχή. Στόχος είναι να προκύψει ένα πλαίσιο αξιολόγησης πιο συμβατό με τις προκλήσεις της σύγχρονης ευρωπαϊκής οικονομίας, χωρίς να διακυβεύεται η προστασία του ανταγωνισμού.
Ο τομέας των τηλεπικοινωνιών εκφράζει την ελπίδα ότι η διαβούλευση μπορεί να οδηγήσει σε αναπροσαρμογή των κανόνων, με τρόπο που θα αναγνωρίζει τη συμβολή των συγχωνεύσεων στην ενίσχυση της καινοτομίας και των επενδύσεων. Όπως υποστηρίζουν αρκετοί πάροχοι, η έμφαση δεν θα πρέπει να δίνεται μονομερώς στις αρνητικές επιπτώσεις της συγκέντρωσης –όπως ο περιορισμός του ανταγωνισμού ή η αύξηση τιμών– αλλά και στα εν δυνάμει συστημικά οφέλη. Οι παρεμβάσεις προσώπων όπως ο Μάριο Ντράγκι και ο Ενρίκο Λέτα έχουν ενισχύσει το σχετικό επιχείρημα, ενώ οι πιέσεις για πιο ευέλικτο πλαίσιο εντάθηκαν ξανά τις τελευταίες εβδομάδες.
Η διαβούλευση θα εξετάσει επτά επιμέρους άξονες που κρίνονται καθοριστικοί για τον κλάδο: ανταγωνιστικότητα, ανθεκτικότητα, θέση στην αγορά, καινοτομία, απανθρακοποίηση, ψηφιακός μετασχηματισμός, αποδοτικότητα και επιπτώσεις στην αγορά εργασίας. Η διεύρυνση των κριτηρίων αντανακλά την πρόθεση της Επιτροπής να αξιολογεί τις επιπτώσεις των επιχειρηματικών συγκεντρώσεων σε συνάρτηση με μακροοικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες, και όχι μόνο βάσει στενών ορισμών της αγοράς.
Η πρωτοβουλία συντονίζεται από την εκτελεστική αντιπρόεδρο Τερέσα Ριμπέρα, η οποία ανέλαβε από τον Σεπτέμβριο του 2024 τον ρόλο της υπεύθυνης για τη δίκαιη, πράσινη και ανταγωνιστική μετάβαση της ΕΕ. Στην αρμοδιότητά της περιλαμβάνεται ο εκσυγχρονισμός της πολιτικής ανταγωνισμού, προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών να καινοτομούν, να ανταγωνίζονται διεθνώς και να διατηρούν στρατηγική αυτονομία. Παράλληλα, εποπτεύει και την ταχύτερη επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του νέου Κανονισμού για τις Ψηφιακές Αγορές.
Σε δήλωσή της, η Ριμπέρα χαρακτήρισε την παρούσα περίοδο καθοριστική για την Ευρώπη, σημειώνοντας ότι μόνο μέσω εξέλιξης μπορεί η πολιτική ελέγχου συγχωνεύσεων να συνεχίσει να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, να ενθαρρύνει την καινοτομία και να ενισχύει την ανθεκτικότητα και την ηγετική θέση της ΕΕ. Τόνισε ότι η Επιτροπή προσβλέπει στις απόψεις τόσο των καταναλωτών όσο και των επιχειρήσεων, προκειμένου να διαμορφώσει ένα πλαίσιο προσαρμοσμένο στις ανάγκες του αύριο.
Οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες αναμένεται να αξιοποιήσουν τη διαδικασία για να επαναφέρουν το βασικό τους αίτημα: ότι δηλαδή η δημιουργία μεγαλύτερων επιχειρηματικών σχημάτων αποτελεί προϋπόθεση για την εξασφάλιση των απαραίτητων επενδύσεων σε υποδομές και καινοτομία. Πρόκειται για ένα αφήγημα που έχει προβληθεί επανειλημμένα από τον κλάδο, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται η πρόθεση της Επιτροπής να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές στο ισχύον πλαίσιο, το οποίο παραμένει σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητο από το 2004.
Παράλληλα, δεν λείπουν οι προειδοποιήσεις κατά μιας υπερβολικά χαλαρής προσέγγισης. Μια συμμαχία εθνικών αρχών ανταγωνισμού –μεταξύ αυτών των ρυθμιστών της Αυστρίας, του Βελγίου, της Τσεχίας, της Ιρλανδίας, των Κάτω Χωρών και της Πορτογαλίας– έχει ήδη ταχθεί κατά ενδεχόμενης ανατροπής του ισχύοντος καθεστώτος. Σε κοινή τους δήλωση, τονίζουν ότι οι συγχωνεύσεις εντός των κρατών-μελών πρέπει να συνεχίσουν να υπόκεινται σε ενδελεχή έλεγχο, καθώς η μείωση του αριθμού των παρόχων σε κάθε αγορά ενδέχεται να πλήξει την ποιότητα των υπηρεσιών, την κάλυψη δικτύου, την καινοτομία και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Η κοινή αυτή τοποθέτηση επισημαίνει επίσης ότι το επιχείρημα πως ο κατακερματισμός της αγοράς περιορίζει τις επενδύσεις και την καινοτομία λόγω αυστηρών κανόνων ανταγωνισμού δεν ευσταθεί. Αντιθέτως, όπως αναφέρουν, δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι οι ισχύοντες κανονισμοί λειτουργούν αποτρεπτικά για την ανάπτυξη. Η θέση αυτή έρχεται να ισορροπήσει το ευρύτερο αφήγημα υπέρ της συγκέντρωσης, επιβεβαιώνοντας ότι η όποια μεταρρύθμιση θα αποτελέσει αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης.
Παρότι το χρονοδιάγραμμα της διαβούλευσης χαρακτηρίζεται συμπιεσμένο, δεν αποκλείεται να ακολουθήσει μια μακρά περίοδος διαπραγματεύσεων και θεσμικής διελκυστίνδας. Οι σχετικές διαδικασίες στην ΕΕ έχουν στο παρελθόν αποδειχθεί ιδιαίτερα χρονοβόρες, ακόμη και όταν αρχικά δρομολογούνται με ταχείς ρυθμούς. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και τώρα.