Μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας παγκοσμίως ενδέχεται να «εκτεθεί» στη γενετική τεχνητή νοημοσύνη (GenAI), σύμφωνα με νέα κοινή μελέτη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) και του Πολωνικού Εθνικού Ινστιτούτου Έρευνας (NASK). Ωστόσο, οι ερευνητές επισημαίνουν πως ο μετασχηματισμός των επαγγελμάτων –και όχι η αντικατάστασή τους– είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα. Η μελέτη επικαιροποιεί τον Παγκόσμιο Δείκτη Επαγγελματικής Έκθεσης του 2023, ενσωματώνοντας τις πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις και την αυξανόμενη εξοικείωση των χρηστών με τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης.
Ο νέος δείκτης βασίζεται σε μια λεπτομερή ανάλυση 29.753 επιμέρους επαγγελματικών καθηκόντων από την πολωνική ταξινόμηση επαγγελμάτων και σε αντιπροσωπευτική έρευνα με 1.640 εργαζόμενους, κατανεμημένους κατά τις κύριες κατηγορίες του ISCO-08. Συνολικά, συλλέχθηκαν 52.558 δεδομένα σχετικά με το αντιλαμβανόμενο δυναμικό αυτοματοποίησης για 2.861 καθήκοντα. Αυτά τα ευρήματα συγκρίθηκαν με αντίστοιχη έρευνα και πολλαπλούς κύκλους συζητήσεων τύπου Delphi με διεθνείς ειδικούς. Το αποτέλεσμα είναι μια νέα βάση γνώσης για την αυτοματοποίηση, απαλλαγμένη από εθνικές ιδιαιτερότητες, καθώς και η ανάπτυξη ενός εργαλείου τεχνητής νοημοσύνης ικανού να προβλέπει βαθμούς έκθεσης για τα καθήκοντα του ISCO-08.
Η έκθεση, που κυκλοφόρησε στις 20 Μαΐου με τίτλο «Γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη και Εργασία: Ένας Αναθεωρημένος Παγκόσμιος Δείκτης Επαγγελματικής Έκθεσης», παρουσιάζει την πιο ολοκληρωμένη μέχρι σήμερα αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο η GenAI ενδέχεται να μετασχηματίσει τον κόσμο της εργασίας. Το αναθεωρημένο πλαίσιο του 2025 οργανώνεται σε τέσσερις διαβαθμίσεις και περιλαμβάνει νέα παγκόσμια εκτιμώμενα ποσοστά για την απασχόληση. Οι διοικητικές και γραμματειακές θέσεις παραμένουν οι πιο εκτεθειμένες, ενώ αυξημένη έκθεση καταγράφεται πλέον και σε επαγγέλματα με υψηλό βαθμό ψηφιοποίησης, ιδίως στους τομείς των μέσων ενημέρωσης, του λογισμικού και των χρηματοοικονομικών.
Συνολικά, ένας στους τέσσερις εργαζόμενους απασχολείται σε επάγγελμα με κάποια έκθεση στη GenAI. Περίπου το 3,3% της παγκόσμιας απασχόλησης κατατάσσεται στο υψηλότερο επίπεδο έκθεσης, με σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των φύλων: 4,7% των εργαζομένων γυναικών έναντι 2,4% των ανδρών. Αυτές οι διαφορές διευρύνονται στις χώρες υψηλού εισοδήματος, όπου το 9,6% των γυναικών έναντι 3,5% των ανδρών απασχολούνται σε επαγγέλματα του ανώτερου επιπέδου έκθεσης. Η συνολική έκθεση διαφοροποιείται επίσης σημαντικά με βάση το εισόδημα: το 11% της απασχόλησης στις χώρες χαμηλού εισοδήματος έναντι 34% στις χώρες υψηλού εισοδήματος.
Η πλήρης αυτοματοποίηση θέσεων εργασίας παραμένει περιορισμένη, καθώς τα περισσότερα καθήκοντα εξακολουθούν να απαιτούν ανθρώπινη παρέμβαση. Η μελέτη υπογραμμίζει ότι επαγγέλματα με ισχυρό ψηφιακό υπόβαθρο, όπως οι προγραμματιστές λογισμικού, ενδέχεται να προσαρμοστούν ευκολότερα, σε αντίθεση με άλλους τομείς όπου η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικές συνέπειες. Η σύνδεση του νέου δείκτη με εθνικά δεδομένα επιτρέπει πιο ακριβείς προβλέψεις για τέτοιους μετασχηματισμούς και προσφέρει τη βάση για κοινωνικό διάλογο και στοχευμένες παρεμβάσεις πολιτικής.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι τα ποσοστά αφορούν πιθανή έκθεση, όχι απαραίτητα πραγματικές απώλειες θέσεων εργασίας. Τεχνολογικοί περιορισμοί, ελλείψεις υποδομών και ανεπάρκεια δεξιοτήτων συνεπάγονται σημαντικές διαφορές στην εφαρμογή ανά χώρα και τομέα. Καθοριστικό ρόλο θα διαδραματίσουν οι πολιτικές ψηφιακής μετάβασης, τόσο για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας όσο και για τη διασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας στους κλάδους που θα επηρεαστούν.
Η έκθεση καλεί κυβερνήσεις, εργοδότες και οργανώσεις εργαζομένων να εμπλακούν ενεργά σε κοινωνικό διάλογο και να σχεδιάσουν χωρίς αποκλεισμούς στρατηγικές, που θα ενισχύσουν την παραγωγικότητα και την ποιότητα της εργασίας. Όπως αναφέρει η Janine Berg, ανώτερη οικονομολόγος της ILO, «είναι εύκολο να παρασυρθούμε από τον θόρυβο γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι σαφήνεια και πλαίσιο. Το εργαλείο αυτό βοηθά τις χώρες να αξιολογήσουν την πιθανή έκθεση και να προετοιμάσουν τις αγορές εργασίας τους για ένα δικαιότερο ψηφιακό μέλλον».