Η Ελλάδα, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, υλοποιεί μια σειρά από έργα τεχνολογικής αιχμής, με ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση και την ενέργεια. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η χώρα κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση σε ολόκληρη την Ένωση όσον αφορά τη δυναμικότητα νέων σχολικών αιθουσών, χάρη στο πρόγραμμα για τον «Ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης». Στον τομέα της ενέργειας, δρομολογούνται κρίσιμες επενδύσεις σε συστήματα αποθήκευσης και στην ανθεκτικότητα του δικτύου του ΔΕΔΔΗΕ.
Παράλληλα, η Ελλάδα επιδεικνύει στρατηγική εστίαση στις τεχνολογίες ενέργειας. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αποτελεί τον μεγαλύτερο τελικό αποδέκτη πόρων του εθνικού σχεδίου για την εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, ενώ υλοποιούνται και κρίσιμες επενδύσεις στην ανθεκτικότητα του δικτύου του ΔΕΔΔΗΕ. Αυτή η στρατηγική επιλογή εντοπίζεται και στην κατανομή των πόρων, καθώς το 22% του συνολικού εθνικού σχεδίου αφιερώνεται σε ψηφιακούς στόχους, υπερβαίνοντας τον ελάχιστο ευρωπαϊκό στόχο του 20%.
Αυτή η εστίαση σε έργα αιχμής αποτυπώνεται στις συνολικά υψηλές επιδόσεις της χώρας ως προς την υλοποίηση του εθνικού σχεδίου «Ελλάδα 2.0». Με την επικείμενη έγκριση του 6ου αιτήματος πληρωμής, οι συνολικές εκταμιεύσεις προς τη χώρα αναμένεται να ανέλθουν στα 23,4 δισ. ευρώ, αγγίζοντας το 65% του συνολικού προϋπολογισμού του προγράμματος. Η επίδοση αυτή τοποθετεί την Ελλάδα στην 8η θέση μεταξύ των 27 κρατών μελών ως προς την απορρόφηση πόρων.
Ως προς την πρόοδο υλοποίησης, η Ελλάδα, σύμφωνα και με τις αναφορές του Υπουργείου Οικονομίας, βρίσκεται στις πρώτες 5 θέσεις της ΕΕ στον αριθμό των υποβεβλημένων αιτημάτων πληρωμής. Μέχρι σήμερα, η χώρα έχει εκπληρώσει το 47% των συνολικών της οροσήμων, επίδοση που υπερβαίνει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 40%. Η πρόοδος στον εξειδικευμένο πυλώνα του ψηφιακού μετασχηματισμού, όπου η υλοποίηση των σχετικών οροσήμων και στόχων αγγίζει το 43%, συνεχίζεται με σταθερό ρυθμό, σύμφωνα με τα στοιχεία.
Η πορεία της Ελλάδας εντάσσεται σε μια πανευρωπαϊκή ψηφιακή επένδυση, ύψους 166,1 δισ. ευρώ. Η ευρωπαϊκή στρατηγική κατανέμεται σε πέντε κεντρικούς άξονες: 56 δισ. ευρώ κατευθύνονται στον εκσυγχρονισμό των ψηφιακών δημοσίων υπηρεσιών, 35 δισ. ευρώ στην ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων, 34 δισ. ευρώ στην έρευνα και την ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών, 13 δισ. ευρώ στην ανάπτυξη υποδομών συνδεσιμότητας νέας γενιάς και 28 δισ. ευρώ στην αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων, απαντώντας στην πρόκληση ότι το 44% των Ευρωπαίων στερείται βασικών ψηφιακών ικανοτήτων.
Η υλοποίηση αυτών των επενδύσεων αποτυπώνεται ήδη σε συγκεκριμένα έργα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ενδεικτικά, η Εσθονία ολοκλήρωσε τη μετάβαση των πληροφοριακών συστημάτων των δημοσίων αρχών σε υποδομές cloud, η Γερμανία ψηφιοποίησε 215 διοικητικές υπηρεσίες, το Βέλγιο προχώρησε στη δημοπράτηση του ραδιοφάσματος για τα δίκτυα 5G, η Κροατία ψηφιοποίησε χειρουργικές αίθουσες με την ενσωμάτωση ρομποτικών συστημάτων και η Λεττονία προμηθεύτηκε 35.792 υπολογιστές για σχολεία.
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μέχρι τα τέλη Αυγούστου του 2025, είχαν εκταμιευθεί συνολικά 362 δισ. ευρώ, με την ολοκλήρωση 2.586 οροσήμων και στόχων. Ο συνολικός μακροοικονομικός αντίκτυπος του Ταμείου στην ευρωπαϊκή οικονομία κατά την περίοδο 2020-2030 εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 891,7 δισ. ευρώ. Η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνει και τις σημαντικές δευτερογενείς επιδράσεις, ύψους 345,5 δισ. ευρώ, καθώς εταιρείες τεχνολογίας όπως η σουηδική Ericsson και η ολλανδική NXP επωφελούνται από έργα που χρηματοδοτούνται σε όλη την ήπειρο, ενώ και η Ελλάδα επωφελείται από αντίστοιχες συνέργειες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την παράδοση ελικοπτέρων από την γαλλική Airbus.
Η περίοδος υλοποίησης του Ταμείου έχει εισέλθει πλέον στην τελική της ευθεία, με την καταληκτική ημερομηνία για την ολοκλήρωση των έργων να είναι ο Αύγουστος του 2026. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει συστήσει σε όλα τα κράτη μέλη την επιτάχυνση των ρυθμών υλοποίησης και την πραγματοποίηση στοχευμένων αναθεωρήσεων στα εθνικά τους σχέδια για τη διασφάλιση της μέγιστης δυνατής απορρόφησης των διαθέσιμων πόρων. Παρά την πίεση του χρόνου, τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μετά από πρόσφατη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος στην Αθήνα, εξέφρασαν την αισιοδοξία τους ότι η πλήρης αξιοποίηση των πόρων από την Ελλάδα παραμένει ένας απολύτως εφικτός στόχος.
