Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συμφώνησαν στον οδικό χάρτη για τη σταδιακή μετάβαση στη μετα-κβαντική κρυπτογραφία, με στόχο να προστατευτεί η εμπιστευτικότητα και η ασφάλεια των δεδομένων απέναντι σε μελλοντικές απειλές που προκύπτουν από την εξέλιξη της κβαντικής υπολογιστικής. Η μετα-κβαντική κρυπτογραφία, που βασίζεται σε εξειδικευμένους αλγορίθμους, θεωρείται απαραίτητη για τη διατήρηση της κυβερνοασφάλειας και τη θωράκιση των ψηφιακών συστημάτων από κυβερνοεπιθέσεις που θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν αδυναμίες των σημερινών μεθόδων κρυπτογράφησης.
Σύμφωνα με τη σχετική σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οδικός χάρτης θα πρέπει να δημοσιευτεί το αργότερο μέχρι τον Απρίλιο του 2026, ενώ η διαδικασία προσαρμογής των εθνικών σχεδίων μετάβασης θα συνεχιστεί βάσει των αρχών που τίθενται στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Δεδομένου ότι η μετάβαση αναμένεται να διαρκέσει αρκετά χρόνια, επισημαίνεται η ανάγκη για άμεση δράση, χωρίς αναμονή της οριστικής έκδοσης του τελικού κειμένου. Κάθε κράτος μέλος καλείται να έχει καταρτίσει το πρώτο του εθνικό σχέδιο και να έχει ξεκινήσει πιλοτικές εφαρμογές έως το τέλος του 2026, δίνοντας προτεραιότητα σε κρίσιμες υποδομές και περιπτώσεις υψηλού κινδύνου.
Έως το τέλος του 2030, προβλέπεται η ολοκλήρωση της μετάβασης για τα συστήματα υψηλού κινδύνου και η ενεργοποίηση, ως προεπιλογή, αναβαθμίσεων λογισμικού και υλικού με μετα-κβαντική ασφάλεια. Για τις υπόλοιπες κατηγορίες, το χρονοδιάγραμμα προβλέπει την ολοκλήρωση της μετάβασης το αργότερο μέχρι το 2035. Οι συστάσεις του οδικού χάρτη βασίζονται σε ανάλυση κινδύνου και λαμβάνουν υπόψη τις τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις στην ανάπτυξη των κβαντικών υπολογιστών, προτρέποντας τα κράτη μέλη να θέσουν σαφείς προτεραιότητες και να επιλέγουν δοκιμασμένες, τυποποιημένες λύσεις. Επιπλέον, τονίζεται ότι σε περιπτώσεις όπου δεν είναι εφικτή η πλήρης μετάβαση εντός του προβλεπόμενου χρονοδιαγράμματος, τα κράτη μέλη οφείλουν να αξιολογούν τον σχετικό κίνδυνο και να λαμβάνουν ενδεδειγμένα προσωρινά μέτρα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ENISA ενισχύουν τη μετάβαση μέσω θεσμικών παρεμβάσεων και προγραμμάτων στήριξης, δίνοντας έμφαση στον συντονισμό, στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας και στην εφαρμογή εναρμονισμένων προτύπων. Με αυτό τον τρόπο, η ΕΕ επιδιώκει να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη θα είναι επαρκώς προετοιμασμένα απέναντι στις νέες τεχνολογικές προκλήσεις που φέρνει η κβαντική εποχή, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα των ψηφιακών της υποδομών.