Οι εκπομπές άνθρακα του τεχνολογικού τομέα συνέχισαν να αυξάνονται τα τελευταία χρόνια, λόγω της ταχείας προόδου στην τεχνητή νοημοσύνη και τις υποδομές για δεδομένα, σύμφωνα με την έκθεση Greening Digital Companies 2025. Η έκθεση, που εκπονήθηκε από τη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) και τη World Benchmarking Alliance (WBA), καταγράφει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, την κατανάλωση ενέργειας και τις δεσμεύσεις για το κλίμα από 200 κορυφαίες εταιρείες του χώρου, με στοιχεία που αφορούν το 2023, το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα πλήρη δεδομένα.
Η ετήσια έκθεση καλεί τις ψηφιακές εταιρείες να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, καταγράφοντας, ωστόσο, και θετική πρόοδο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, περισσότερες εταιρείες έχουν θέσει στόχους για μείωση εκπομπών, χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ευθυγραμμίζονται με επιστημονικά τεκμηριωμένα πλαίσια. Σύμφωνα με τη Γενική Γραμματέα της ITU, οι εξελίξεις στην ψηφιακή καινοτομία, ιδίως στην τεχνητή νοημοσύνη, αυξάνουν την κατανάλωση ενέργειας και τις παγκόσμιες εκπομπές, ωστόσο ο κλάδος δείχνει να αναγνωρίζει την πρόκληση και να διατηρεί μια συλλογική δυναμική για τη διαχείρισή της.
Στην τελευταία έκδοση της έκθεσης, καταγράφεται ότι η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από τα κέντρα δεδομένων, τα οποία χρησιμοποιούνται μεταξύ άλλων για την ανάπτυξη και εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης, αυξήθηκε κατά 12% ετησίως την περίοδο 2017-2023, ρυθμός τετραπλάσιος από τη συνολική παγκόσμια αύξηση στην κατανάλωση ηλεκτρισμού. Τέσσερις μεγάλες εταιρείες που εστιάζουν στην τεχνητή νοημοσύνη είδαν, κατά μέσο όρο, αύξηση 150% στις λειτουργικές τους εκπομπές την περίοδο αναφοράς από το 2020. Η αύξηση αυτή αφορά τόσο την παραγόμενη όσο και την αγορασμένη ενέργεια (εκπομπές Scope 1 και Scope 2), αναδεικνύοντας την ανάγκη διαχείρισης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της τεχνητής νοημοσύνης.
Το 2023, οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρθηκαν από 166 ψηφιακές εταιρείες αντιστοιχούσαν σε 0,8% των παγκόσμιων εκπομπών που σχετίζονται με την ενέργεια. Επιπλέον, 164 εταιρείες που ανέφεραν κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αντιπροσώπευαν το 2,1% της παγκόσμιας κατανάλωσης, ήτοι 581 τεραβατώρες (TWh), με δέκα εταιρείες να ευθύνονται για το ήμισυ αυτού του συνόλου.
Όπως σημειώνει η έκθεση, οι ψηφιακές εταιρείες έχουν τα μέσα να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη διεθνή μετάβαση προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία, ωστόσο η πρόοδος πρέπει να αξιολογείται με βάση τις πραγματικές ενέργειες και όχι μόνο τις διακηρυγμένες φιλοδοξίες. Αν και οι εκπομπές και η κατανάλωση ενέργειας αυξάνονται, παρατηρείται ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Οκτώ εταιρείες ξεπέρασαν το 90% στην αξιολόγηση για τις κλιματικές δεσμεύσεις σε επίπεδο δημοσιοποίησης δεδομένων, στόχων και αποτελεσμάτων, έναντι τριών εταιρειών στην περσινή έκθεση.
Για πρώτη φορά, η φετινή έκθεση παρουσιάζει δεδομένα σχετικά με την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων για το κλίμα και την πραγματοποίηση των στόχων για ουδέτερο ισοζύγιο εκπομπών. Σχεδόν οι μισές εταιρείες δεσμεύονται για μηδενικές εκπομπές, με 41 να στοχεύουν στο 2050 και 51 να προγραμματίζουν προγενέστερες προθεσμίες. Το 2023, 23 εταιρείες λειτουργούσαν αποκλειστικά με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έναντι 16 το 2022, ενώ 49 εταιρείες εξέδωσαν αποκλειστικές εκθέσεις για το κλίμα, ενισχύοντας τη διαφάνεια. Ο αριθμός των εταιρειών που δημοσιοποιούν στόχους για έμμεσες εκπομπές από εφοδιαστικές αλυσίδες και χρήση προϊόντων αυξήθηκε από 73 σε 110.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ψηφιακού τομέα μακροπρόθεσμα, απαιτείται ενίσχυση της επαλήθευσης δεδομένων, της φιλοδοξίας στους στόχους και της αναφοράς για το κλίμα, καθώς και δημοσιοποίηση του πλήρους περιβαλλοντικού αποτυπώματος των δραστηριοτήτων τεχνητής νοημοσύνης. Επιπλέον, συστήνεται διακλαδική συνεργασία μεταξύ τεχνολογικών εταιρειών, παρόχων ενέργειας και περιβαλλοντικών φορέων, μαζί με ενίσχυση των πρωτοβουλιών του κλάδου για επιτάχυνση της απανθρακοποίησης και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.