Μόλις τέσσερις από τις πενήντα μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες στον κόσμο έχουν ευρωπαϊκή έδρα, ενώ καμία από τις δέκα κορυφαίες εταιρείες που επενδύουν στους κβαντικούς υπολογιστές δεν εδρεύει στην Ευρώπη. Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζονται σε αναλυτικό δημοσίευμα της Wall Street Journal, το οποίο αποτυπώνει τη συνεχιζόμενη υστέρηση της ευρωπαϊκής ηπείρου σε τομείς αιχμής της τεχνολογίας.
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύει περίπου το 21% του παγκόσμιου ΑΕΠ και διαθέτει αντίστοιχα επίπεδα εκπαίδευσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει τεχνολογικούς κολοσσούς αντίστοιχους των Google, Apple ή Meta. Η αξία της Apple ξεπερνά την αξία ολόκληρου του χρηματιστηρίου της Γερμανίας, ενώ οι ιδιωτικές τεχνολογικές εταιρείες με αποτίμηση άνω του 1 δισ. δολαρίων είναι 690 στις ΗΠΑ, 162 στην Κίνα και 107 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με στοιχεία της CB Insights που παραθέτει η WSJ.
Η εφημερίδα σημειώνει ότι η Ευρώπη διαθέτει ισχυρά πανεπιστήμια και τεχνολογική κατάρτιση, ωστόσο αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια στην επιχειρηματικότητα, όπως αυστηρές εργασιακές ρυθμίσεις, πολυπλοκότητα στη νομοθεσία, υψηλή φορολογία και καθυστερήσεις στη χρηματοδότηση. Οι επιχειρηματίες αναφέρουν ότι η διαδικασία προσέλκυσης επενδύσεων ή στελέχωσης ομάδων είναι πιο αργή σε σύγκριση με τις ΗΠΑ.
Στο ίδιο δημοσίευμα επισημαίνεται ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές startups που αναπτύσσονται γρήγορα καταλήγουν να μεταφέρουν την έδρα τους στις ΗΠΑ ή να εξαγοράζονται από αμερικανικές εταιρείες. Η βρετανική Deliveroo συμφώνησε πρόσφατα να εξαγοραστεί από τη DoorDash έναντι 3,9 δισ. δολαρίων, ενώ η γαλλική Mistral AI έχει ήδη συνάψει συμφωνίες διανομής με τις Amazon, Microsoft και Google.
Η Wall Street Journal κάνει επίσης αναφορά στην έκθεση που παρουσίασε ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, το 2024, όπου διαπιστώνεται ότι η απουσία ισχυρού τεχνολογικού τομέα αποτελεί βασική αιτία για τη στασιμότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η έκθεση αναφέρει ότι η παραγωγικότητα των εργαζομένων στην Ευρώπη έχει μειωθεί σε σχέση με τις ΗΠΑ και ότι η οικονομική ανάπτυξη στην ΕΕ κινείται με ρυθμούς σημαντικά χαμηλότερους από εκείνους της αμερικανικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια.
Η εφημερίδα παραθέτει και την περίπτωση του Han Xiao, συνιδρυτή της γερμανικής Jina AI, ο οποίος αποφάσισε να μεταφέρει την έδρα της εταιρείας στις ΗΠΑ λόγω περιορισμένης πρόσβασης σε χρηματοδότηση, δυσκολιών στη στελέχωση και αυστηρού ρυθμιστικού πλαισίου. Ανάλογες αποφάσεις έχουν λάβει και άλλες ευρωπαϊκές νεοφυείς επιχειρήσεις, επικαλούμενες το υψηλό κόστος συμμόρφωσης με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την τεχνητή νοημοσύνη.
Σύμφωνα με έρευνα της Amazon που επικαλείται το ίδιο ρεπορτάζ, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δαπανούν έως και το 40% των προϋπολογισμών πληροφορικής τους για συμμόρφωση με κανονισμούς. Παράλληλα, τα δύο τρίτα των εταιρειών δεν έχουν σαφή εικόνα των υποχρεώσεών τους βάσει του νέου Κανονισμού για την Τεχνητή Νοημοσύνη της ΕΕ, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το καλοκαίρι του 2024.