Η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι αόρατη. Μπορεί να λειτουργεί στο παρασκήνιο, πίσω από ένα ερώτημα, ένα chatbot ή έναν αλγόριθμο, αλλά αφήνει πίσω της ένα αποτύπωμα – ψηφιακό, ενεργειακό, υλικό. Και αυτό το αποτύπωμα πρέπει πλέον να το δούμε ξεκάθαρα.
Το τελευταίο διάστημα, γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απλώς ένα τεχνολογικό εργαλείο, αλλά ένας νέος πυλώνας ανάπτυξης – κάτι αντίστοιχο με την εισαγωγή του ηλεκτρισμού ή του διαδικτύου. Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν πόσο ενεργοβόρος είναι αυτή η πρόοδος. Κάθε φορά που χρησιμοποιούμε μία εφαρμογή βασισμένη σε AI, πίσω από την απλότητα της εμπειρίας που μας προσφέρει, κρύβεται μία τεράστια υπολογιστική διαδικασία που καταναλώνει ενέργεια και, συχνά, νερό.
Η τεχνολογία δεν φταίει γι’ αυτό. Η τεχνολογία κάνει τη δουλειά της: προχωρά, και το κάνει εντυπωσιακά. Όμως, η συζήτηση για το οικολογικό της αποτύπωμα, πρέπει να γίνει χωρίς υπεκφυγές. Σύμφωνα με έκθεση του IEA, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από data centers, στα οποία φιλοξενούνται τα συστήματα που τρέχουν AI, αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2030. Και αυτό, πριν καν προστεθεί το βάρος των μοντέλων επόμενης γενιάς, ή των edge συσκευών που υπόσχονται real-time αποκρίσεις σε κάθε πιθανή εφαρμογή. Παράλληλα, η Greenpeace κατέγραψε αύξηση 350% μέσα σε έναν μόνο χρόνο στην κατανάλωση ενέργειας για την παραγωγή chip τεχνητής νοημοσύνης – μία αύξηση που συνοδεύεται, φυσικά, και από εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Αυτοί οι αριθμοί δεν είναι λόγος πανικού ή κινδυνολογίας. Είναι, όμως, λόγος προβληματισμού. Αν και αρκετοί παίκτες του οικοσυστήματος τεχνητής νοημοσύνης δηλώνουν πως επενδύουν σε πράσινες τεχνολογίες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Η πίεση του time to market είναι τέτοια, που συχνά η βιωσιμότητα έρχεται δεύτερη σε σχέση με την απόδοση και την ταχύτητα ανάπτυξης. Αυτό από μόνο του δεν είναι μεμπτό, αλλά δείχνει την ανάγκη να τεθούν κοινά αποδεκτά όρια, όχι απαραίτητα μέσω αυστηρής ρύθμισης (αν και αυτό ήδη τίθεται, και πιθανότατα θα τεθεί εκ νέου, στο τραπέζι), αλλά σε επίπεδο δεοντολογίας, σχεδιασμού και τεχνολογικής υπευθυνότητας.
Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να γίνει εργαλείο για την πράσινη μετάβαση, και ήδη γίνεται. Χρησιμοποιείται για την πρόβλεψη της ζήτησης σε δίκτυα ενέργειας, για την αποδοτικότερη διαχείριση πόρων, για την παρακολούθηση εκπομπών, ακόμα και για την επιτάχυνση της έρευνας γύρω από νέα υλικά χαμηλού ενεργειακού κόστους. Όμως, όπως κάθε εργαλείο, χρειάζεται προσοχή στον χειρισμό του. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές χώρες -και η Ευρωπαϊκή Ένωση- προωθούν τη δημιουργία πράσινων data centers και AI υποδομών που λειτουργούν με ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα. Το ερώτημα είναι αν αυτή η προτεραιότητα θα παραμείνει και όταν το κόστος αυξηθεί, ή οι γεωπολιτικές πιέσεις ενταθούν ακόμη περισσότερο.
Και εδώ είναι που χρειάζεται και ο ρόλος των πολιτών, όχι μόνο των ειδικών ή των πολιτικών. Χρειάζεται να χτίσουμε μία ανανεωμένη ψηφιακή κουλτούρα, στην οποία ο καθένας μας, γνωρίζει πώς λειτουργεί το εργαλείο που χρησιμοποιεί. Το AI δεν βασίζεται σε κάποιο μυστήριο. Είναι λογισμικό και υπολογιστική ισχύς, με πραγματικό περιβαλλοντικό κόστος. Και όσο πιο πολύ το χρησιμοποιούμε για να γράψουμε, να δημιουργήσουμε, να ψάξουμε ή να συνομιλήσουμε, τόσο πιο πολύ πρέπει να ξέρουμε τι σημαίνει αυτό για τον κόσμο γύρω μας. Όχι για να φοβηθούμε, αλλά για να κατανοήσουμε.
Η λύση δεν είναι να πατήσουμε φρένο στην καινοτομία. Η λύση είναι να κάνουμε το γκάζι λίγο πιο έξυπνο. Πολλοί χρήστες δεν γνωρίζουν, για παράδειγμα, ότι μία ερώτηση σε ένα μεγάλο γλωσσικό μοντέλο μπορεί να καταναλώσει ποσότητα ενέργειας συγκρίσιμη με τη χρήση ενός smartphone για αρκετή ώρα, ανάλογα με την πολυπλοκότητα του αιτήματος και την υποδομή που το εξυπηρετεί.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε. Αλλά ότι πρέπει να το κάνουμε συνειδητά, και οι εταιρείες να βοηθήσουν σε αυτό, προσφέροντας πιο ξεκάθαρες ενδείξεις για το πού πηγαίνει η ενέργεια και με ποιον αντίκτυπο.
Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να μοιάζει αόρατη, αλλά αφήνει πίσω της σκιές, και αυτές πρέπει να τις φωτίσουμε. Το ζητούμενο δεν είναι να ενοχοποιήσουμε την πρόοδο. Είναι να κατανοήσουμε όλες τις πλευρές της και να αναλάβουμε ρόλο στη διαμόρφωση των επόμενων της βημάτων. Γιατί όσο και αν εντυπωσιαζόμαστε από τις δυνατότητές της, το πραγματικό της value θα φανεί από το κατά πόσο θα μπορεί να συνδυάσει την ευφυΐα με την ευθύνη. Και αυτό είναι κάτι που δεν αφορά μόνο τους αλγορίθμους, αλλά και εμάς.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Infocom