Η GSMA έδωσε στη δημοσιότητα τη νέα έκδοση της έκθεσης «Global Spectrum Pricing Report», σύμφωνα με την οποία οι μέσες τιμές για το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων δεν έχουν μειωθεί αναλογικά με τα έσοδα των παρόχων την τελευταία δεκαετία, γεγονός που δημιουργεί πιέσεις στην ικανότητά τους να επενδύσουν σε υποδομές δικτύων.
Η έκθεση αναφέρει ότι, αν και τόσο οι τιμές των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας για τους καταναλωτές όσο και το μέσο κόστος του φάσματος έχουν υποχωρήσει, το συνολικό κόστος για τους παρόχους κινητής έχει αυξηθεί σημαντικά. Το σωρευτικό κόστος για το φάσμα ανέρχεται πλέον στο 7% των εσόδων των παρόχων, σημειώνοντας αύξηση 63% την τελευταία δεκαετία. Ταυτόχρονα, τα μέσα έσοδα ανά μεγαχέρτζ φάσματος έχουν υποχωρήσει κατά 60%. Παρότι το κόστος ανά MHz έχει μειωθεί έως και 75% σε ορισμένες ζώνες από το 2014, οι πάροχοι έχουν αυξήσει κατά 80% τη συνολική χωρητικότητα φάσματος για να ανταποκριθούν στη ζήτηση, με αποτέλεσμα την αύξηση του συνολικού κόστους.
Η τιμή ανά gigabyte δεδομένων είναι σήμερα σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με πριν από δέκα χρόνια, με τους παρόχους να καταγράφουν μείωση 96% στα έσοδα ανά GB την περίοδο 2014–2024. Ωστόσο, η συνδυαστική πίεση από τη μείωση των εσόδων και το υψηλό κόστος απόκτησης φάσματος περιορίζει τις δυνατότητες για επενδύσεις σε επέκταση και αναβάθμιση των κινητών δικτύων, ειδικά για 4G και 5G. Η έκθεση διαπιστώνει ότι τα υψηλά κόστη φάσματος συνδέονται άμεσα με περιορισμένη κάλυψη και χαμηλότερες ταχύτητες, επηρεάζοντας τους χρήστες και επιβραδύνοντας την πρόοδο των ψηφιακών οικονομιών.
Ο γενικός διευθυντής της GSMA, Vivek Badrinath, δήλωσε ότι ο τομέας της κινητής τηλεφωνίας βρίσκεται στον πυρήνα της ψηφιακής οικονομίας και επιτρέπει την ανάπτυξη κρίσιμων υπηρεσιών. Όπως σημειώνει, «ένα δολάριο μπορεί να δαπανηθεί μόνο μία φορά» και το υψηλό κόστος φάσματος περιορίζει τις επενδύσεις σε μια εποχή όπου η ανάγκη για προσιτή και αξιόπιστη συνδεσιμότητα είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Η GSMA καλεί τις κυβερνήσεις και τις ρυθμιστικές αρχές να διαμορφώσουν πολιτικές τιμολόγησης φάσματος που να ανταποκρίνονται στις συνθήκες της αγοράς και να στηρίζουν τη μακροπρόθεσμη ψηφιακή ανάπτυξη.
Στην έκθεση επισημαίνεται επίσης ότι επιλογές δημόσιας πολιτικής, όπως ο καθορισμός υψηλών τιμών εκκίνησης, η δημιουργία τεχνητής έλλειψης και η επιβολή αυστηρών όρων αδειοδότησης, έχουν συντελέσει στην αύξηση του κόστους φάσματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το κόστος αυτό φθάνει έως και το 25% των εσόδων ενός παρόχου.
Η GSMA προτρέπει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να επαναξιολογήσουν την τιμολόγηση φάσματος, λαμβάνοντας υπόψη τις παρούσες συνθήκες της αγοράς και τις οικονομικές πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι πάροχοι. Με σχεδόν 1.000 άδειες φάσματος να λήγουν παγκοσμίως μέχρι το 2030, οι επικείμενες ανανεώσεις προσφέρουν τη δυνατότητα επαναπροσδιορισμού της πολιτικής τιμών, με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων στην επόμενη γενιά κινητών δικτύων.