Οι διευθύνοντες σύμβουλοι ορισμένων από τους μεγαλύτερους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους της Ευρώπης παρουσίασαν, για άλλη μια φορά, μια εικόνα γεμάτη προκλήσεις της βιομηχανίας στη Γηραιά ήπειρο, με τον επικεφαλής της Deutsche Telekom, Timotheus Hoettges, να περιγράφει την κατάσταση ως μια «Μέρα της Μαρμότας».
Ο τόνος της συζήτησης, στην οποία συμμετείχαν οι επικεφαλής της Deutsche Telekom, της Orange, της Vodafone Group και της Telefonica, καθορίστηκε ήδη από την αρχή της ημέρας, όταν ο πρόσφατα διορισμένος πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Telefonica, Marc Murtra, ξεκίνησε την κύρια ομιλία του με μια αυστηρή προειδοποίηση για την Ευρώπη.
Αναφερόμενος στην ηγετική θέση που κατείχε η περιοχή στην τεχνολογία πριν από 25 χρόνια, ο Murtra δήλωσε: «βρισκόμαστε πλέον σε μια εποχή όπου τεχνολογικοί κολοσσοί οδηγούν ραγδαία την αλλαγή. Αυτοί οι γίγαντες λειτουργούν ως κυρίαρχοι παίκτες σε αγορές με χαρακτηριστικά μονοπωλίου».
«Όλες αυτές οι εταιρείες έχουν έδρα στις ΗΠΑ και στην Κίνα», πρόσθεσε. «Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η υπερβολική ρύθμιση, ο κατακερματισμός της αγοράς και οι ανεπαρκείς αποδόσεις του κλάδου έχουν οδηγήσει την Ευρώπη σε τεχνολογική οπισθοδρόμηση. Αυτό δεν έχει συμβεί στις ΗΠΑ, στη Μέση Ανατολή ή στην Ασία».
Στην καθιερωμένη κοινή ομιλία των επικεφαλής, τέθηκαν ξανά γνωστά ζητήματα, όπως η γραφειοκρατία, η ανάγκη για ενοποίηση της αγοράς, η συνεισφορά των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών στο κόστος των τηλεπικοινωνιακών υποδομών και η χορήγηση μεγαλύτερης διάρκειας αδειών για το φάσμα συχνοτήτων.
Η διευθύνουσα σύμβουλος της Vodafone, Margherita Della Valle, επισήμανε ότι, παρότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες διαθέτουν μερικά από τα πιο εξειδικευμένα στελέχη στον κόσμο και προχωρούν σε τεχνολογικές καινοτομίες, το βασικό ερώτημα είναι πώς αυτές μπορούν να κλιμακωθούν.
«Καινοτομούμε, αλλά το ερώτημα είναι πού θα κλιμακωθούν οι καινοτομίες μας, και εδώ ακριβώς χρειαζόμαστε ένα διαφορετικό επενδυτικό περιβάλλον».
Πρόσθεσε ότι στην Ευρώπη θα πρέπει να είναι «ύψιστη προτεραιότητα» η δημιουργία περισσότερων ευκαιριών για την ανάπτυξη κλίμακας, αναφέροντας ως παράδειγμα τη δέσμευση για επενδύσεις που ανακοινώθηκε πρόσφατα στο Ηνωμένο Βασίλειο, μετά την έγκριση της συγχώνευσης της θυγατρικής της Vodafone με την ανταγωνίστρια 3.
Ο Hoettges υποστήριξε ότι η Ευρώπη θα πρέπει απλώς να «αντιγράψει ό,τι κάνουν οι Αμερικανοί», επισημαίνοντας την αναλογικά μεγαλύτερη ρυθμιστική ελευθερία που απολαμβάνει η μονάδα της Deutsche Telekom στις ΗΠΑ σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές δραστηριότητές της.
«Αυτή είναι η Μέρα της Μαρμότας και επαναλαμβάνω την ίδια ιστορία», είπε. «Δεν υπάρχει λόγος κάθε αγορά να λειτουργεί με τρεις ή τέσσερις παρόχους. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά. Αυτό είναι το πρώτο μας αίτημα».
«Αν δεν μπορούμε να αυξήσουμε τις τιμές για τους καταναλωτές και αν δεν μπορούμε να χρεώσουμε τις εταιρείες OTT, τότε πρέπει να αποκομίσουμε οφέλη μέσω οικονομιών κλίμακας».
Σχετικά με το 5G, η Della Valle σημείωσε ότι «στην παγκόσμια κούρσα που διεξάγεται αυτή τη στιγμή, είναι σαφές ότι η Ευρώπη δεν κερδίζει». Όσον αφορά τα αυτόνομα δίκτυα, τόνισε ότι η Ευρώπη «δεν υπολείπεται μόνο των ΗΠΑ ή της Κίνας, αλλά και ενός αυξανόμενου αριθμού χωρών μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος».
Η εκτελεστική διευθύντρια προειδοποίησε ότι η απουσία υψηλής ποιότητας ψηφιακής συνδεσιμότητας αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για την οικονομική ανάπτυξη, καθώς δημιουργεί εξάρτηση από άλλες χώρες στον ψηφιακό τομέα.
Ωστόσο, η προοπτική για το μέλλον δεν είναι εξ ολοκλήρου δυσοίωνη, καθώς οι ηγέτες των εταιρειών ανέδειξαν τη συνεχιζόμενη καινοτομία στην Ευρώπη και το υψηλού επιπέδου διαθέσιμο ταλέντο.
Η διευθύνουσα σύμβουλος της Orange, Christel Heydemann, ανέφερε ότι, παρά το γεγονός ότι οι μεγαλύτερες επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη που βασίζονται σε μεγάλα γλωσσικά μοντέλα γίνονται στις ΗΠΑ και στην Κίνα, υπάρχει ακόμα μια σημαντική ευκαιρία για τους ευρωπαϊκούς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους.
«Πολλά θα συμβούν στο edge computing με την τεχνητή νοημοσύνη, στα χέρια των καταναλωτών και των επιχειρήσεων. Και ποιος βρίσκεται μεταξύ του cloud και του edge; Εμείς. Ποιος θα είναι αυτή η ασφαλής πλατφόρμα που θα μπορεί να συνδυάσει τα καλύτερα και από τους δύο κόσμους;».
Υποστήριξε ότι η τεχνητή νοημοσύνη στο μέλλον θα απαιτεί τόσο πρόσβαση στο cloud όσο και στο edge computing, δίνοντας στους παρόχους την ευκαιρία να υιοθετήσουν τις εξελίξεις στην AI ως «ασφαλείς πλατφόρμες που θα μπορούν να συνδυάσουν τα πλεονεκτήματα και των δύο κόσμων».