Σύμφωνα με στατιστικά της Eurostat, το 2024, το 94% των πολιτών της ΕΕ ηλικίας 16-74 ετών χρησιμοποίησε το διαδίκτυο τους τελευταίους 12 μήνες πριν από την έρευνα, και από αυτούς, το 77% αγόρασε ή παρήγγειλε αγαθά ή υπηρεσίες διαδικτυακά. Η διαφορά μεταξύ του ποσοστού εκείνων που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο για οποιονδήποτε σκοπό και του ποσοστού των ατόμων που το χρησιμοποίησαν για να αγοράσουν ή να παραγγείλουν αγαθά ή υπηρεσίες διαδικτυακά ήταν 17 ποσοστιαίες μονάδες (pp) συνολικά στην ΕΕ, το 2024.
Αυτή η διαφορά ήταν κάτω από τις διψήφιες τιμές στην Ιρλανδία (3 pp), στην Ολλανδία (5 pp), στη Σλοβακία (7 pp), στην Τσεχία, στη Σουηδία και στη Νορβηγία (8 pp η κάθε μία) και στη Δανία (9 pp) το 2024. Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η διαφορά ήταν ιδιαίτερα υψηλή στη Ρουμανία (34 pp), στη Βουλγαρία και στην Ιταλία (30 pp η κάθε μία). Στο Μαυροβούνιο, μεταξύ των ατόμων που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο τους τελευταίους 12 μήνες, λιγότεροι από τους μισούς αγόρασαν ή παρήγγειλαν αγαθά ή υπηρεσίες διαδικτυακά το 2024.
Αναλύοντας τα δεδομένα για τις αγορές μέσω διαδικτύου από ιδιώτες στην Ελλάδα την περίοδο 2013-2019, παρατηρείται μια σταθερή ανοδική τάση, η οποία ενισχύθηκε σημαντικά μετά το 2020. Συγκεκριμένα, το 2013 το ποσοστό των Ελλήνων που πραγματοποίησαν online αγορές ήταν μόλις 17,18%, ενώ το 2014 αυξήθηκε στο 19,81%. Τα επόμενα χρόνια η αύξηση συνεχίστηκε, με το ποσοστό να ανέρχεται στο 23,69% το 2015 και να σταθεροποιείται στο 23,44% το 2016. Από το 2017 και μετά, η χρήση του ηλεκτρονικού εμπορίου άρχισε να ανεβαίνει πιο αισθητά, φτάνοντας το 26,11% το 2017, το 30,13% το 2018 και το 32,43% το 2019.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία για τις αγορές μέσω διαδικτύου από ιδιώτες στην Ελλάδα, παρατηρείται μια σταθερή ανοδική τάση και από το 2020 έως το 2024. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των ατόμων που πραγματοποίησαν ηλεκτρονικές αγορές το 2020 ανήλθε στο 38,28%, ενώ το 2021 σημειώθηκε σημαντική αύξηση στο 46,76%. Το 2022 η συμμετοχή διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα, φτάνοντας το 45,80%, ενώ το 2023 παρατηρήθηκε μια περαιτέρω αύξηση στο 48,30%. Το 2024, η ανοδική πορεία συνεχίστηκε, με το ποσοστό να αγγίζει το 54,17%, καταδεικνύοντας τη συνεχή εξοικείωση των Ελλήνων με το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Η σταδιακή άνοδος αυτής της περιόδου αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων, αλλά και τη βελτίωση των ψηφιακών υποδομών και της διαθεσιμότητας ηλεκτρονικών πληρωμών. Ωστόσο, το ποσοστό παρέμενε αρκετά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μετά το 2020, η αύξηση επιταχύνθηκε, φτάνοντας το 54,17% το 2024, γεγονός που υποδηλώνει τη μαζική στροφή των καταναλωτών στο ηλεκτρονικό εμπόριο, πιθανώς λόγω της πανδημίας, της αυξημένης εμπιστοσύνης στις ηλεκτρονικές συναλλαγές και της μεγαλύτερης διαθεσιμότητας διαδικτυακών αγορών.
Το 2014, στην ΕΕ, μεταξύ των ατόμων που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο τους προηγούμενους 12 μήνες, το ποσοστό εκείνων που αγόρασαν ή παρήγγειλαν αγαθά ή υπηρεσίες διαδικτυακά ήταν 59%. Αυτό το ποσοστό αυξήθηκε σε 77% το 2024, μια αύξηση 17 ποσοστιαίων μονάδων μέσα σε 10 χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η αύξηση ήταν ιδιαίτερα υψηλή στη Ρουμανία (42 pp), στην Ουγγαρία και τη Λιθουανία (36 pp η κάθε μία), στην Ελλάδα (35 pp), στην Ιρλανδία και στην Τσεχία (34 pp η κάθε μία). Αντιθέτως, αυτή η αύξηση ήταν κάτω από τις διψήφιες τιμές στη Γερμανία (2 pp), στο Λουξεμβούργο (4 pp) και στη Φινλανδία (7 pp).
Μεταξύ των χρηστών του διαδικτύου, το ποσοστό των ανδρών που αγόρασαν διαδικτυακά ήταν 77% το 2024, παρόμοιο με το ποσοστό των γυναικών αγοραστών διαδικτυακά. Το ποσοστό των διαδικτυακών αγοραστών ήταν το υψηλότερο στην ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών με 89% το 2024, 12 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Με 86% και 83%, τα ποσοστά των ηλικιακών ομάδων 35-44 και 16-24 ετών ήταν δεύτερα και τρίτα μεταξύ εκείνων που αγόρασαν ή παρήγγειλαν αγαθά και υπηρεσίες διαδικτυακά το 2024. Το ποσοστό του 78% για την ηλικιακή ομάδα 45-54 ετών ήταν επίσης ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 77% το 2024. Με 67% και 53% αντίστοιχα, οι ηλικιακές ομάδες 55-64 ετών και 65-74 ετών βρίσκονταν κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ το 2024.
Το ποσοστό των αγοραστών που ζούσαν σε πόλεις ήταν 78%, ελαφρώς υψηλότερο από το 76% για εκείνους που ζούσαν σε κωμοπόλεις και προάστια και το 75% για όσους ζούσαν σε αγροτικές περιοχές. Οι διαφορές που προέκυψαν λόγω της οικονομικής κατάστασης ήταν πιο σημαντικές το 2024. Ενώ μόνο το 59% των συνταξιούχων αγόρασαν ή παρήγγειλαν αγαθά ή υπηρεσίες διαδικτυακά το 2024, το ποσοστό των «εργαζομένων, αυτοαπασχολούμενων και εργατών» έφτασε το 83%, μια διαφορά 24 ποσοστιαίων μονάδων το 2024. Ενδιάμεσα ήταν τα ποσοστά των «φοιτητών» και των «ανέργων» που αγόρασαν ή παρήγγειλαν διαδικτυακά το 2024, με 82% και 68% αντίστοιχα.
Μεταξύ 2014 και 2024, η ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών συνέβαλε περισσότερο στη ροή του ηλεκτρονικού εμπορίου στην ΕΕ, έχοντας το υψηλότερο ποσοστό διαδικτυακών αγοραστών μεταξύ των ατόμων που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο τους προηγούμενους 12 μήνες πριν από την έρευνα. Η δεύτερη ηλικιακή ομάδα που συνέβαλε περισσότερο στη ροή του ηλεκτρονικού εμπορίου στην ΕΕ ήταν η ομάδα 35-44 ετών, αν και αυτή η ομάδα αντιμετώπισε ανταγωνισμό μακροπρόθεσμα από την ομάδα 16-24 ετών.
Από το 2017, τα ποσοστά των δύο αυτών ομάδων ήταν παρόμοια, με το ποσοστό της ομάδας 16-24 ετών να είναι ελαφρώς χαμηλότερο το 2019. Τα τελευταία χρόνια, η διαφορά μεταξύ των δύο αυτών ομάδων ήταν λίγες ποσοστιαίες μονάδες. Αυτές οι τρεις ηλικιακές ομάδες (25-34 ετών, 35-44 ετών και 16-24 ετών) βρέθηκαν σαφώς πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, εκτός από το 2014, όταν το ποσοστό της ομάδας 16-24 ετών ήταν ίσο με τον μέσο όρο της ΕΕ.
Το ποσοστό της ομάδας 45-54 ετών ήταν σαφώς κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ πριν από το 2020. Από το 2021 και μετά, το ποσοστό της συγκεκριμένης ομάδας ήταν είτε ίσο με τον μέσο όρο είτε ελαφρώς υψηλότερο. Τα ποσοστά των δύο υπόλοιπων ηλικιακών ομάδων, 55-64 και 65-74 ετών, ήταν μακροπρόθεσμα σαφώς κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Όπως και το 2023, τα «ρούχα (συμπεριλαμβανομένων αθλητικών ειδών), υποδήματα και αξεσουάρ» καθώς και τα προϊόντα από «εστιατόρια, fast-food ή υπηρεσίες τροφοδοσίας» παρέμειναν το 2024 στην κορυφή των αγαθών που αγοράστηκαν ή παραγγέλθηκαν διαδικτυακά τους τελευταίους τρεις μήνες πριν από την έρευνα από άτομα που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο το ίδιο διάστημα.
Το 2024, η συνδρομή σε ορισμένες οικιακές υπηρεσίες καταγράφηκε για πρώτη φορά στην έρευνα σχετικά με τη χρήση των ΤΠΕ (Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών) στα νοικοκυριά και από άτομα. Οι πολίτες της ΕΕ που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο τους προηγούμενους τρεις μήνες πριν από την έρευνα ήταν πολύ διστακτικοί στο να εγγραφούν διαδικτυακά σε «υπηρεσίες σύνδεσης στο διαδίκτυο ή κινητής τηλεφωνίας» ή σε «ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, θέρμανση, αποκομιδή απορριμμάτων ή παρόμοιες υπηρεσίες». Το 2024, το 15% των χρηστών επέλεξε συνδρομή σε «υπηρεσίες σύνδεσης στο διαδίκτυο ή κινητής τηλεφωνίας», ενώ μόλις 9% επέλεξε συνδρομή σε «ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, θέρμανση, αποκομιδή απορριμμάτων ή παρόμοιες υπηρεσίες».